Опуститися στα ελληνικά
Μετάφραση: опуститися, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρακμάζω, φθορά, παρακμή, σαπίζω, κάτω, προβλέπονται, προβλέπεται, καθορίζονται, καθορισμό
Μεταφράσεις
- арбітражний στα ελληνικά - διαιτητικό, διαιτητικών, διαιτητικού, διαιτητική, διαιτησίας
- вивірка στα ελληνικά - συμφιλίωση, συμφιλίωσης, τη συμφιλίωση, της συμφιλίωσης, συνδυασμό
- держава στα ελληνικά - κοινοπολιτεία, υφήλιος, κατάσταση, κράτος, πολιτεία, κρατικών, κρατικές
- додатково στα ελληνικά - Επιπλέον, επιπροσθέτως, Επιπρόσθετα, επί πλέον, επιπλέον να
Τυχαίες λέξεις
Опуститися στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρακμάζω, φθορά, παρακμή, σαπίζω, κάτω, προβλέπονται, προβλέπεται, καθορίζονται, καθορισμό
Μεταφράσεις: παρακμάζω, φθορά, παρακμή, σαπίζω, κάτω, προβλέπονται, προβλέπεται, καθορίζονται, καθορισμό