Оскаржувати στα ελληνικά
Μετάφραση: оскаржувати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έφεση, τραβώ, έκκληση, προσφυγής, αναιρέσεως, προσφυγή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- будь-який στα ελληνικά - κανείς, κάθε, οποιαδήποτε, οποιοδήποτε, τυχόν, οποιοσδήποτε
- гинути στα ελληνικά - αποθνήσκω, τεζάρω, πεθάνω, καταστρέφομαι, χαθεί, χαθούν, χάνονται, ...
- загорятися στα ελληνικά - ανάβει, ανάβουν, ανάψει, να ανάβει, ανάψουν
- конвеєр στα ελληνικά - ιμάντας, ζώνη, μεταφορέας, μεταφορέα, μεταφοράς, μεταφορική, μεταφορέως
Τυχαίες λέξεις
Оскаржувати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έφεση, τραβώ, έκκληση, προσφυγής, αναιρέσεως, προσφυγή
Μεταφράσεις: έφεση, τραβώ, έκκληση, προσφυγής, αναιρέσεως, προσφυγή