Έφεση στα ουκρανικά
Μετάφραση: έφεση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
оскаржувати, благати, заклик, покликати, апеляція, звернення, обіг, поводження, звертання
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έφεση
έφεση κατά βουλεύματος υπόδειγμα, έφεση προθεσμία, έφεση παράβολο, έφεση στο ελεγκτικό συνέδριο, έφεση κατά βουλεύματος, έφεση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, έφεση στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- έτος στα ουκρανικά - козеня, рік, року, год
- έτσι στα ουκρανικά - атож, так, отже, тому, оскільки, бо
- έφηβος στα ουκρανικά - юнацький, дівочий, підліток, підлітковий, підлітка
- έφορος στα ουκρανικά - хоронитель, куратор, зберігач, куратора
Τυχαίες λέξεις
Έφεση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: оскаржувати, благати, заклик, покликати, апеляція, звернення, обіг, поводження, звертання
Μεταφράσεις: оскаржувати, благати, заклик, покликати, апеляція, звернення, обіг, поводження, звертання