Основа στα ελληνικά
Μετάφραση: основа, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θεμέλιο, βάθρο, ευτελής, ίδρυση, ίδρυμα, βάση, βάσει, βάσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- декоратор στα ελληνικά - διακοσμητής, διακοσμητή, διακοσμήτρια, διακοσμητής της, Ο διακοσμητής
- дока στα ελληνικά - αποβάθρα, αράζω, προβλήτα, λάπαθο, σφυρίζω, whiz, θαύμα, ...
- змішайтеся στα ελληνικά - ανακατεύω, μείγμα, Αναμίξτε, Ανακατέψτε, Αναμείξτε, Ανακατεύουμε
- конформістський στα ελληνικά - διατηρώ, διατείνομαι, υποστηρίζω, συμμορφούμενος με τα καθεστώτα, κομφορμιστική, συμμορφούμενος με, κομφορμιστικό, ...
Τυχαίες λέξεις
Основа στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θεμέλιο, βάθρο, ευτελής, ίδρυση, ίδρυμα, βάση, βάσει, βάσης
Μεταφράσεις: θεμέλιο, βάθρο, ευτελής, ίδρυση, ίδρυμα, βάση, βάσει, βάσης