Δουλειά στα αγγλικά
Μετάφραση: δουλειά, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
slavery, bondage, work, servitude, of slavery
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: δουλειά
thrall
- δούλος
- δουλεία
- δουλεία
- δουλεία
- υπόθεση
- δουλεία
Σχετικές λέξεις: δουλειά
δουλεία διέλευσης, δουλεία αμερικη, δουλεία οικήσεως, δουλεία σε ακίνητο, δουλεία οδού, δουλειά λεξικό γλώσσας αγγλικά, δουλειά στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- δοσολογία στα αγγλικά - dose, dosage, dosing, dosage of, strength
- δουκάτο στα αγγλικά - duchy, dukedom, the Duchy, ducat, duchy of
- δουλειά στα αγγλικά - work, task, servitude, job, assignment, business, a job, ...
- δουλειές στα αγγλικά - business, jobs, chores, work, works
Τυχαίες λέξεις
Δουλειά στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: slavery, bondage, work, servitude, of slavery
Μεταφράσεις: slavery, bondage, work, servitude, of slavery