Λέξη: οικολόγος
Μεταφράσεις: οικολόγος
οικολόγος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
ecologist, environmentalist, an ecologist, well off
οικολόγος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ecologista, ecólogo, ecologistas, ecologista de, el ecologista
οικολόγος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ökologe, Ökologe, Ökologen, ecologist, Ökologin
οικολόγος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
écologiste, écologue, écologie, écolo, l'écologiste
οικολόγος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ecologo, ecologista, ecologisti, ecologia, ecologist
οικολόγος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ecologista, ecólogo, o ecologista, ecologista de, ecologist
οικολόγος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ecoloog, ecologist, ecologie, ecologe
οικολόγος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
эколог, эколога, экологом
οικολόγος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
økolog, økologen, økologer, ecologist
οικολόγος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ekolog, ecologist, ekologen
οικολόγος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ekologi, luonnonsuojelijan, ekologin, luonnonsuojelijan ominaisuudessa
οικολόγος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
økolog, økologen, miljøforkæmper, ecologist
οικολόγος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
ekolog, ecologist, ekologa, ekologem
οικολόγος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ekolog, ekologiem, ekologa, ecologist, ekologów
οικολόγος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ökológus, ökológusa, környezetvédő
οικολόγος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ekolojist, çevrebilimci, ecologist, ekolog, ekolojisti
οικολόγος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
еколог
οικολόγος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ekolog, ekologjist, ekologu, Ekologjisti
οικολόγος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
еколог, екологичен, еколози, екологът
οικολόγος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
эколаг, эколяг
οικολόγος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ökoloog, Ekologi, ökoloogina
οικολόγος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ekolog, ekolog koji, svjesni ekolog, ekolog sa
οικολόγος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Ecologist
οικολόγος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ekologas, ekologė, ekologu, ekologą, Ekolog
οικολόγος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ekologa, ekologs, ecologist
οικολόγος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
еколог, екологист
οικολόγος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ecologist, ecolog, ecologiste, ecologistă, ecologist de
οικολόγος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
ekolog, ecologist, ekologinja, ekologa
οικολόγος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
ekológ, ekolog
Τυχαίες λέξεις