Очищення στα ελληνικά
Μετάφραση: очищення, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθαρισμός, εξάχνωση, καθάρισμα, καθαρισμού, καθαρισμό, τον καθαρισμό
Μεταφράσεις
- вагітна στα ελληνικά - έγκυος, έγκυες, εγκύων, εγκύους, εγκύου
- вуглевод στα ελληνικά - υδατάνθρακας, υδατανθράκων, υδατάνθρακα, υδατάνθρακες, σε υδατάνθρακες
- змінювати στα ελληνικά - ρίξιμο, επιτελείο, βολή, αλλαγή, μεταβολή, αλλαγής, αλλαγή του, ...
- льодяний στα ελληνικά - πάγος, παγωμένος, παγερός, παγωμένο, παγωμένη, παγωμένα
Τυχαίες λέξεις
Очищення στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθαρισμός, εξάχνωση, καθάρισμα, καθαρισμού, καθαρισμό, τον καθαρισμό
Μεταφράσεις: καθαρισμός, εξάχνωση, καθάρισμα, καθαρισμού, καθαρισμό, τον καθαρισμό