Перевірка στα ελληνικά

Μετάφραση: перевірка, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ελέγχω, καρέ, ανακόπτω, αναχαιτίζω, σταματώ, έλεγχος, ελέγξετε, ελέγξτε, ελέγχει, ελέγξετε τη
Перевірка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • здійсненність στα ελληνικά - σκοπιμότητα, σκοπιμότητας, δυνατότητα, εφικτότητα, εφικτό
  • злочин στα ελληνικά - προσβολή, αδίκημα, παράβαση, έγκλημα, εγκλήματος, εγκληματικότητας, του εγκλήματος, ...
  • кухлик στα ελληνικά - cannikin
  • лацкани στα ελληνικά - πέτα, πέτο, τα πέτα, lapels
Τυχαίες λέξεις
Перевірка στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ελέγχω, καρέ, ανακόπτω, αναχαιτίζω, σταματώ, έλεγχος, ελέγξετε, ελέγξτε, ελέγχει, ελέγξετε τη