Плівка στα ελληνικά
Μετάφραση: плівка, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κηλίδα, έργο, ταινία, φάκελος, φιλμ, μεμβράνη, μεμβράνης, ταινίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- винуватець στα ελληνικά - συγγραφέας, συγγραφέα, Συντάκτης, συντάκτη, δημιουργού
- жартівливий στα ελληνικά - αστείος, παιχνιδιάρικος, παιχνιδιάρικο, παιχνιδιάρικη, παιγνιώδη, παιχνιδιάρικα
- звитяжний στα ελληνικά - νικηφόρος, θριαμβευτικός, νικηφόρα, νικηφόρο, νικήτρια, νικηφόρες
- змайструвати στα ελληνικά - αυτοσχεδιάζω, αυτοσχεδιάζουν, αυτοσχεδιάσει, αυτοσχεδιάσουν, αυτοσχεδιάζει
Τυχαίες λέξεις
Плівка στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κηλίδα, έργο, ταινία, φάκελος, φιλμ, μεμβράνη, μεμβράνης, ταινίας
Μεταφράσεις: κηλίδα, έργο, ταινία, φάκελος, φιλμ, μεμβράνη, μεμβράνης, ταινίας