Λέξη: πενήντα

Σχετικές λέξεις: πενήντα

πενήντα πενήντα, πενήντα πενήντα 2ος κύκλος, πενήντα πιο σκοτεινές αποχρώσεις του γκρι pdf download, πενήντα πενήντα 4ος κύκλος, πενήντα πιο σκοτεινές αποχρώσεις του γκρι, πενήντα αποχρώσεις του γκρι ταινία, πενήντα αποχρώσεις του γκρι απελευθέρωση, πενήντα αποχρώσεις του γκρι, πενήντα πενήντα επεισόδια, πενήντα αποχρώσεις του γκρι αποσπασμα, πενηντα πενηντα

Συνώνυμα: πενήντα

πενήκοντα

Μεταφράσεις: πενήντα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
fifty, and fifty, of fifty
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
cincuenta, quincuagésimo, de cincuenta, cincuenta y, cincuenta por
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fünfzig, fünf
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cinquante, cinquantaine, de cinquante, cinquantaine de, une cinquantaine
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cinquanta, cinquantina, cinquantina di, una cinquantina, cinquanta per
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
quinquagésima, cinqüenta, cinquenta, cinqüênta, de cinquenta, de cinqüenta
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vijftig, vijftigtal
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
полсотни, пятьдесят, пятидесяти
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
femti, fifty, og femti
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
femtio, femtiotal, fifty, ett femtiotal
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
viisikymmentä, viidenkymmenen, fifty, viiteenkymmeneen
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
halvtreds, fifty, halvtredsindstyve, og halvtreds
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
padesátka, padesát, padesáti, padesáte
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pięćdziesiąt, pięćdziesięciu, fifty
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ötven, ötvenegy, Fifty, ötvenöt, ötvennégy
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
elli, fifty
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
п'ятдесят, п'ятьдесят, п'ятдесят і
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
pesëdhjetë, e pesëdhjetë, pesëdhjetë e, pesëdhjetë për, pesëdhjetë të
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
петдесет, петдесет и, и петдесет, от петдесет, петдесетте
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пяцьдзесят, пяцьдзясят
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
viiskümmend, viiekümne, fifty
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pedeset, pedesetak, od pedeset, pedeset i, je pedeset
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fimmtíu, fimmtíu og, og fimmtíu
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
penkiasdešimt, penkiasdešimties
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
piecdesmit, fifty
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
педесет, педесетина, педесет и, од педесет
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cincizeci, cincizeci de, cincizeci și, de cincizeci, de cincizeci de
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
petdeset, fifty, kot petdeset, petdesetih, petdesetimi
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
päťdesiat, päťdesiatich

Στατιστικά δημοτικότητας: πενήντα

Τυχαίες λέξεις