Поринути στα ελληνικά
Μετάφραση: поринути, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταγώγιο, καταδύομαι, βουτώ, βουτιά, μεγάλο βήμα, κατάδυση, καταδύσεων, μεγάλη απόφαση
Μεταφράσεις
- впевненість στα ελληνικά - βεβαιότητα, εμπιστοσύνη, αυτοπεποίθηση, την εμπιστοσύνη, της εμπιστοσύνης, εμπιστοσύνη των
- жахливий στα ελληνικά - φριχτός, μακάβριος, φρικτός, αποκρουστικός, ειδεχθής, σκληρός, απελπισμένος, ...
- звільнений στα ελληνικά - απαλλάσσω, ασυδοσία, απαλλαγμένος, ανοσία, κυκλοφορήσει, κυκλοφόρησε, απελευθερώνεται, ...
- кураре στα ελληνικά - λέξη, βοηθός, κουραρίου, κουράριο, το curare, του κουραρίου
Τυχαίες λέξεις
Поринути στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταγώγιο, καταδύομαι, βουτώ, βουτιά, μεγάλο βήμα, κατάδυση, καταδύσεων, μεγάλη απόφαση
Μεταφράσεις: καταγώγιο, καταδύομαι, βουτώ, βουτιά, μεγάλο βήμα, κατάδυση, καταδύσεων, μεγάλη απόφαση