Порожній στα ελληνικά
Μετάφραση: порожній, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ελαφρόμυαλος, επιπόλαιος, κενός, κρασί, κενό, άγραφος, βυθομέτρηση, οίνος, άδειος, άγραφτος, ασήμαντος, λευκός, άδειο, κενή, κενών, κενές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вираховувати στα ελληνικά - εκπίπτω, υπολογισμό, υπολογίσει, υπολογίζουν, τον υπολογισμό, υπολογίζει
- врегулювати στα ελληνικά - κανονισμός, ρύθμιση, συμβιβάσει, συμφιλιώσει, συμφιλίωση, συμβιβάσουν, συμβιβαστεί
- задумливо στα ελληνικά - εξυπνάδα, πνεύμα, σκεπτικώς, προσεκτικά, περίσκεψη, σκεπτικά, στοχαστικά
- механік στα ελληνικά - μηχανικός, μηχανικό, μηχανικού, μηχανική, μηχανικών
Τυχαίες λέξεις
Порожній στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ελαφρόμυαλος, επιπόλαιος, κενός, κρασί, κενό, άγραφος, βυθομέτρηση, οίνος, άδειος, άγραφτος, ασήμαντος, λευκός, άδειο, κενή, κενών, κενές
Μεταφράσεις: ελαφρόμυαλος, επιπόλαιος, κενός, κρασί, κενό, άγραφος, βυθομέτρηση, οίνος, άδειος, άγραφτος, ασήμαντος, λευκός, άδειο, κενή, κενών, κενές