Посередницький στα ελληνικά
Μετάφραση: посередницький, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεσαίος, ενδιάμεσος, εναλλαγή, μεσολαβητής, ενδιάμεσο, διαμεσολαβητή, διαμεσολαβητής
Μεταφράσεις
- винагороду στα ελληνικά - ανταμοιβή, ανταμοιβής, αμοιβή, επιβράβευση, τρίτων
- демілітаризуйте στα ελληνικά - demilitaryzuyte
- заправа στα ελληνικά - σάλτσα, σάλτσας, τη σάλτσα, σως, σάλτσα από
- концентрат στα ελληνικά - συμπυκνώνω, συγκεντρώνομαι, συγκεντρώνω, επικεντρωθεί, επικεντρώνονται, επικεντρωθούν, να επικεντρωθεί, ...
Τυχαίες λέξεις
Посередницький στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεσαίος, ενδιάμεσος, εναλλαγή, μεσολαβητής, ενδιάμεσο, διαμεσολαβητή, διαμεσολαβητής
Μεταφράσεις: μεσαίος, ενδιάμεσος, εναλλαγή, μεσολαβητής, ενδιάμεσο, διαμεσολαβητή, διαμεσολαβητής