Ενδιάμεσος στα ουκρανικά

Μετάφραση: ενδιάμεσος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
посередницький, кошти, засіб, проміжний, кошт
Ενδιάμεσος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενδιάμεσος

ενδιάμεσος φορέας διαχείρισης, ενδιάμεσος λογαριασμός, ενδιάμεσος φορέας διαχείρισης ε.π. ανταγωνιστικότητα & επιχειρηματικότητα (ε.φ.ε.π.α.ε.), ενδιάμεσος αγγλικά, ενδιάμεσος μετρητής ρεύματος, ενδιάμεσος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ενδιάμεσος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ενδεχόμενος στα ουκρανικά - володарі, потенціал
  • ενδημικός στα ουκρανικά - ендемічний
  • ενδιαφέρον στα ουκρανικά - заборони, потурбувати, торкатися, зачіпати, турбувати, цікавий, цікаве, ...
  • ενδιαφέρων στα ουκρανικά - зацікавлено, цікавий, цікаве, цікава, найцікавіший, цікаву
Τυχαίες λέξεις
Ενδιάμεσος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: посередницький, кошти, засіб, проміжний, кошт