Послабити στα ελληνικά
Μετάφραση: послабити, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραλύω, εξαντλώ, λασκάρω, ζουμί, χυμός, μολάρω, ευκολία, διευκολύνει, διευκολύνουν, διευκολυνθεί, διευκόλυνση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- блакитний στα ελληνικά - κυανός, γαλανός, γαλάζιος, μπλε, γαλάζιο, γαλάζια, το μπλε, ...
- боби στα ελληνικά - φασόλια, τα φασόλια, κόκκους, φασολιών, κόκκοι
- волосин στα ελληνικά - μαλλιά, τρίχα, τρίχες, τριχών, οι τρίχες, τις τρίχες
- глави στα ελληνικά - αρχηγοί, αρχηγών, αρχηγούς, οι αρχηγοί, τους αρχηγούς
Τυχαίες λέξεις
Послабити στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραλύω, εξαντλώ, λασκάρω, ζουμί, χυμός, μολάρω, ευκολία, διευκολύνει, διευκολύνουν, διευκολυνθεί, διευκόλυνση
Μεταφράσεις: παραλύω, εξαντλώ, λασκάρω, ζουμί, χυμός, μολάρω, ευκολία, διευκολύνει, διευκολύνουν, διευκολυνθεί, διευκόλυνση