Приреченість στα ελληνικά

Μετάφραση: приреченість, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θύμα, θάνατος, χαμός, μοίρα, doom, μοίρας, καταστροφής
Приреченість στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • донесхочу στα ελληνικά - κυρτός, doneshochu
  • касир στα ελληνικά - ταμίας, ταμείο, ταμία, ταμείου, Cashier
  • качання στα ελληνικά - κολοκύθι, κολοκύθα, kachannya
  • крихітний στα ελληνικά - ζιζάνιο, μικροσκοπικός, μικρό, μικροσκοπικά, μικροσκοπικό, μικροσκοπικές
Τυχαίες λέξεις
Приреченість στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θύμα, θάνατος, χαμός, μοίρα, doom, μοίρας, καταστροφής