Провіант στα ελληνικά

Μετάφραση: провіант, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρέχω, προμήθεια, παροχή, χορήγηση, purveyance
Провіант στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • горнучись στα ελληνικά - πιάνομαι, hornuchys
  • збудуйте στα ελληνικά - ανάστημα, μπόι, κορμοστασιά, χτίζω, κατασκευή, οικοδόμηση, οικοδομήσουμε, ...
  • зіпсуватися στα ελληνικά - χάνομαι, Fritz, Ο Fritz, τον Fritz, του Fritz, στον Fritz
  • кооптуйте στα ελληνικά - συν-, συνεργασία, συνεργασίας, κοινού, από κοινού
Τυχαίες λέξεις
Провіант στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρέχω, προμήθεια, παροχή, χορήγηση, purveyance