Продовжуватись στα ελληνικά

Μετάφραση: продовжуватись, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντέχω, υπομένω, να συνεχίσει, συνεχίσει, να συνεχίσουν, συνεχίζουν, συνεχίσουν
Продовжуватись στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • борона στα ελληνικά - σβάρνα, Harrow, σβάρνας, επιπεδωτήρα, επιπεδωτήρας
  • відшкодування στα ελληνικά - χαλινάρι, ακυρώνω, καταργώ, ανακαλώ, αποζημίωση, επιστροφή, επιστροφής, ...
  • луїдор στα ελληνικά - σαλόνι, Louis, του Louis, Λούις, της louis, Λουί
  • марнотратний στα ελληνικά - βαθύς, φρουρά, βαθυστόχαστος, ρολόι, βλέπω, παρακολουθώ, σπάταλος, ...
Τυχαίες λέξεις
Продовжуватись στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντέχω, υπομένω, να συνεχίσει, συνεχίσει, να συνεχίσουν, συνεχίζουν, συνεχίσουν