Λέξη: φιλόλογος

Σχετικές λέξεις: φιλόλογος

φιλόλογος στα αγγλικά, φιλόλογος στο εξωτερικό, φιλόλογος θεσσαλονίκη, φιλόλογος ερμής, φιλόλογος ζητείται θεσσαλονίκη, φιλόλογος ζητείται, φιλόλογος 10, φιλόλογος english, φιλόλογος εργασία, φιλόλογος παραδίδει μαθήματα, ραψωδός φιλόλογος

Συνώνυμα: φιλόλογος

υπότροφος, σπουδαστής, μαθητής

Μεταφράσεις: φιλόλογος

φιλόλογος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
philologist, scholar, a philologist, literature teacher, language teacher

φιλόλογος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
filólogo, filóloga, el filólogo, philologist

φιλόλογος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
philologe, Philologe, Sprachwissenschaftler, Philologen, philologist, Philolog

φιλόλογος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
philologue, linguiste, filólogo, philologie

φιλόλογος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
filologo, philologist, filologi, filologa

φιλόλογος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
filólogo, philologist, filologista, filóloga

φιλόλογος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
filoloog, taalkundige, philologist, philoloog, filologie

φιλόλογος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
филолог, словесник, языковед, филолога, филологом, филологу

φιλόλογος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
filolog, filologen, philologist, språkforsker

φιλόλογος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
philologist, filologen, fILOLOG, språkforskaren, språkvetare

φιλόλογος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
filologi, kielentutkija, filologin, kielitieteilijä

φιλόλογος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
filolog, filologen, sprogforsker, sprogforskeren, philologist

φιλόλογος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
filolog, philologist, to filolog, lingvista

φιλόλογος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
filolog, filologiem, filologa, philologist

φιλόλογος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
filológus, bölcsész, nyelvész, filológusok

φιλόλογος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dilbilimci, filolog, dilbilimcisi, filologu, filolog ve

φιλόλογος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
філолог, филолог

φιλόλογος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
filolog, filologu, filologe

φιλόλογος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
филолог, филолога

φιλόλογος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
філолаг, філёляг

φιλόλογος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
filoloog, filoloogi, filoloogina, keele filoloog, Filologi

φιλόλογος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
filolog, jezikoslovac

φιλόλογος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
philologist

φιλόλογος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
filologas, filologė, kalbininkas, philologist, Filologija

φιλόλογος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
filologs, filoloģe

φιλόλογος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
филолог, дипломиран филолог

φιλόλογος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
filolog, filologul, filologului, si filolog

φιλόλογος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
filolog, jezikoslovec, philologist, filologinja

φιλόλογος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
filológ

Στατιστικά δημοτικότητας: φιλόλογος

Τυχαίες λέξεις