Продувка στα ελληνικά
Μετάφραση: продувка, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποβολή, απέλαση, εκκαθάριση, καθαρισμού, καθαρισμό, κάθαρση, του καθαρισμού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- заборгованість στα ελληνικά - χρέος, χρέους, χρέωσης, χρεών, υπερχρέωση
- запаморочення στα ελληνικά - κολύμπι, ζάλη, ζαλάδα, ζάλης, η ζάλη, ίλιγγο
- кидати στα ελληνικά - εξακοντίζω, ρίξει, να ρίξει, ρίχνουν, ρίχνει, πετάτε
- кіносеанс στα ελληνικά - παράσταση, δείχνω, εμφαίνω, επίδοση, εκτέλεση, απόδοση, επιδόσεις
Τυχαίες λέξεις
Продувка στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποβολή, απέλαση, εκκαθάριση, καθαρισμού, καθαρισμό, κάθαρση, του καθαρισμού
Μεταφράσεις: αποβολή, απέλαση, εκκαθάριση, καθαρισμού, καθαρισμό, κάθαρση, του καθαρισμού