Прокляття στα ελληνικά
Μετάφραση: прокляття, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατάρα, καταδίκη, αποκλείω, κόλαση, απαγορεύω, αποκλεισμός, καταριέμαι, απαγόρευση, κολασμός, ανάθεμα, κακούργος, κακοποιός, πληγή, κατάρας, την κατάρα, μάστιγα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- валюта στα ελληνικά - συνάλλαγμα, νόμισμα, νομίσματος, συναλλάγματος, νομισμάτων, το νόμισμα
- вкладку στα ελληνικά - θάμνος, καρτέλα, καρτέλας, γλωττίδα, την καρτέλα, tab
- знищувати στα ελληνικά - σβήνω, ανακαλώ, ανατρέπω, ματαιώνω, εξαλείφω, καταστρέφω, αποκλείω, ...
- кінь στα ελληνικά - άλογο, αλόγου, ίππων, αλόγων, των ίππων
Τυχαίες λέξεις
Прокляття στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατάρα, καταδίκη, αποκλείω, κόλαση, απαγορεύω, αποκλεισμός, καταριέμαι, απαγόρευση, κολασμός, ανάθεμα, κακούργος, κακοποιός, πληγή, κατάρας, την κατάρα, μάστιγα
Μεταφράσεις: κατάρα, καταδίκη, αποκλείω, κόλαση, απαγορεύω, αποκλεισμός, καταριέμαι, απαγόρευση, κολασμός, ανάθεμα, κακούργος, κακοποιός, πληγή, κατάρας, την κατάρα, μάστιγα