Прослідити στα ελληνικά

Μετάφραση: прослідити, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνάγω, συμπεραίνω, ίχνος, ίχνη, ίχνους, ιχνών, trace
Прослідити στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • абдомінальне στα ελληνικά - κοιλιακός, γαστρικός, κοιλιακό, κοιλιακή, κοιλιακού, κοιλιακής
  • буяти στα ελληνικά - ανθώ, κραδαίνω, ακμάζω, ανθίζω, ύψη, ανεβαίνουν, πετάξει στα ύψη, ...
  • густої στα ελληνικά - θολός, παχύ, πάχους, παχιά, πάχος, χοντρό
  • зайвина στα ελληνικά - ξεχείλισμα, υπερχείλισης, υπερχείλιση, υπερχειλίσεως, την υπερχείλιση
Τυχαίες λέξεις
Прослідити στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνάγω, συμπεραίνω, ίχνος, ίχνη, ίχνους, ιχνών, trace