Просунутися στα ελληνικά

Μετάφραση: просунутися, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προβαίνω, πρόοδος, προκαταβάλλω, προχωρώ, κίνηση, μετακίνηση, μετάβαση, κινήσει, κινούνται
Просунутися στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • верховина στα ελληνικά - κορυφή, ορεινός, ορεινή χώρα, Highland, ορεινών, ορεινών περιοχών
  • гуманний στα ελληνικά - επιεικής, ανθρωπιστικός, ανθρώπινος, ανθρώπινη, μη βάναυσης, μη βάναυση, ανθρώπινες
  • задати στα ελληνικά - καθορισμένος, τοποθετώ, ζητώ, παρακαλώ, ρωτήσω, ζητήσει από, να ζητήσει
  • звід στα ελληνικά - αψίδα, τρούλος, καμάρα, θόλος, θόλο, θησαυροφυλάκιο, καμάρας, ...
Τυχαίες λέξεις
Просунутися στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προβαίνω, πρόοδος, προκαταβάλλω, προχωρώ, κίνηση, μετακίνηση, μετάβαση, κινήσει, κινούνται