Противник στα ελληνικά
Μετάφραση: противник, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντίπαλος, διαγωνιζόμενος, αντίπαλο, αντιπάλου, αντίπαλό, τον αντίπαλό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- акуратність στα ελληνικά - ακρίβεια, ακρίβειας, την ακρίβεια, ορθότητα, ακριβεια
- відокремлений στα ελληνικά - αποπνιχτικός, δόλιος, κοντά, κολλητός, ύπουλος, πνιγηρός, διαχωρίζεται, ...
- крім στα ελληνικά - εκτός, όμως, χωριστά, αποκλειστικός, διασώζω, αποκρούω, αλλά, ...
- лідер στα ελληνικά - κύριος, ηγετικός, ηγέτης, ηγέτη, αρχηγός, επικεφαλής, leader
Τυχαίες λέξεις
Противник στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντίπαλος, διαγωνιζόμενος, αντίπαλο, αντιπάλου, αντίπαλό, τον αντίπαλό
Μεταφράσεις: αντίπαλος, διαγωνιζόμενος, αντίπαλο, αντιπάλου, αντίπαλό, τον αντίπαλό