Підлеститися στα ελληνικά

Μετάφραση: підлеститися, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρόδα, τροχός, pidlestytysya
Підлеститися στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • анемометр στα ελληνικά - ανεμόμετρο, αισθητήρα ανέμου, ανεμομέτρου, ανεμόμετρου, αισθητήρας ανέμου
  • екстракція στα ελληνικά - εξαγωγή, καταγωγή, εκχύλιση, εκχύλισης, εξόρυξη, εκχυλίσεως
  • кокон στα ελληνικά - κουκούλι, το κουκούλι, κέλυφος, κουκουλιού, cocoon
  • материн στα ελληνικά - μητρικός, μητέρας, της μητέρας, μητρικό, μητέρας του, της μητέρας του
Τυχαίες λέξεις
Підлеститися στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρόδα, τροχός, pidlestytysya