Λέξη: χωλαίνω

Σχετικές λέξεις: χωλαίνω

χωλαίνω συνόνυμα, χωλαίνω συνώνυμα, χωλαίνω σημασια, χωλαίνω λεξικό

Συνώνυμα: χωλαίνω

αμφιταλαντεύομαι, σταματώ, κουτσαίνω, περδουκλώνω, πεδικλώνω, περδικλώνω, παρεμποδίζω

Μεταφράσεις: χωλαίνω

χωλαίνω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
hobble, limp, halt

χωλαίνω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
trabar, cojera, maniota, cojear, hobble, traba

χωλαίνω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fußfessel, hinken, humpeln, hobble, Humpelrock, Humpelkleid

χωλαίνω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
empêtrer, boiter, entraver, clopiner, clocher, claudication, clopiner*, trébucher, claudiquer, boitiller, Hobble, Entraves, fourreau entravée

χωλαίνω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
zoppicare, hobble, pastoia, arrancare

χωλαίνω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
mancar, hobble, de hobble, mancando, coxeadura

χωλαίνω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
hinken, strompelen, hobble, strompel, haperenheid

χωλαίνω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
коновязь, стреножить, треножить, путы, хромать, ковылять, прихрамывать

χωλαίνω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hinke, hobble

χωλαίνω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
hobble

χωλαίνω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
jalkarauta, nilkuttaa, kytkeä hevosen jalat, liikata, ontua

χωλαίνω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
humpe, hobble

χωλαίνω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kulhání, pajdat, spoutat, kulhat, dopadat

χωλαίνω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
chromanie, kulawka, utykanie, kuleć, chromać, utykać, kulawieć, pętać, kuśtykać, kuśtykanie

χωλαίνω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
béklyó, biceg, béklyót, akadály, megbéklyóz

χωλαίνω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
topallamak, kösteklemek, aksamak, ayaklarını birbirine bağlamak, duraksama, aksama

χωλαίνω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
шкутильгати, кульгайте, кульгати, шкандибати

χωλαίνω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ecje çalë-çalë, pengoj, pengore, vë pengojcë kalit, pengojcë

χωλαίνω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
спъвам, букаи, куцам, куцукане, озадачавам

χωλαίνω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
клыпаць, кульгаць

χωλαίνω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ahelad, kammits, kööberdama, kammitsema, Kammitsat, komberdama, lomberdama, kaperdama

χωλαίνω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
hramanje, sputati, hramati, jako uska, uska

χωλαίνω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hobble

χωλαίνω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pantis, supančioti, kalbėti mirkčiojant, klibikščiuoti, kabalduoti

χωλαίνω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ķeza, klibošana, nepatikšanas, pineklis, klibot

χωλαίνω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
куцам

χωλαίνω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
şchiopăta, șchiopăta, se poticni, ezita, șchiopăteze, piedică pentru cal

χωλαίνω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
kuhat, kuhani, Znižati, Hramanje

χωλαίνω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
krívať, pokrivkávať, ku krívaniu
Τυχαίες λέξεις