Ритмічний στα ελληνικά
Μετάφραση: ритмічний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μέτρηση, καταμέτρηση, ρυθμικός, ρυθμική, ρυθμικό, ρυθμικά, ρυθμικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- врядування στα ελληνικά - τιμόνι, γραφείο, πηδάλιο, κυρίαρχος, θώκος, διακυβέρνηση, διακυβέρνησης, ...
- книгосховище στα ελληνικά - στοιβάδα, σωρός, στοίβες, stacks, στοιβών, σωρούς, σωρών
- коаліція στα ελληνικά - συνασπισμός, συνασπισμού, συνασπισμό, συμμαχία, συμμαχίας
- кохане στα ελληνικά - αγαπητός, αγαπημένη, αγαπημένο, την αγαπημένη, αγαπημένος
Τυχαίες λέξεις
Ритмічний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μέτρηση, καταμέτρηση, ρυθμικός, ρυθμική, ρυθμικό, ρυθμικά, ρυθμικές
Μεταφράσεις: μέτρηση, καταμέτρηση, ρυθμικός, ρυθμική, ρυθμικό, ρυθμικά, ρυθμικές