Розлив στα ελληνικά
Μετάφραση: розлив, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλημμύρες, κατακλύζω, πλημμυρίζω, πετρελαιοκηλίδα, spill, Ποσότητα Χυένου Υλικού, Χυένου Υλικού, Ποσότητα Χυμένου Υλικού
Μεταφράσεις
- акула στα ελληνικά - καρχαρίας, καρχαρία, καρχαριών, του καρχαρία, των καρχαριών
- духмяний στα ελληνικά - άφθονος, γλυκός, ευώδης, μεθύστακας, ευωδιαστός, αρωματικά, αρωματική, ...
- занурювати στα ελληνικά - βουτώ, βουτιά, εμβάπτιση, εμβάπτισης, dip, εμβαπτίσεως
- католицький στα ελληνικά - καθολικός, Καθολική, Καθολικής, Καθολικό, Catholic
Τυχαίες λέξεις
Розлив στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλημμύρες, κατακλύζω, πλημμυρίζω, πετρελαιοκηλίδα, spill, Ποσότητα Χυένου Υλικού, Χυένου Υλικού, Ποσότητα Χυμένου Υλικού
Μεταφράσεις: πλημμύρες, κατακλύζω, πλημμυρίζω, πετρελαιοκηλίδα, spill, Ποσότητα Χυένου Υλικού, Χυένου Υλικού, Ποσότητα Χυμένου Υλικού