Розтяжний στα ελληνικά
Μετάφραση: розтяжний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διασταλτός, εφελκυσμό, εφελκυσμού, σε εφελκυσμό, στον εφελκυσμό, αντοχή
![Розтяжний στα ελληνικά Розтяжний στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-uk-gr-16979.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- базиліка στα ελληνικά - βασιλική, βασιλικής, βασιλική του, τη Βασιλική, βασιλική της
- всередині στα ελληνικά - χωρίς, άνευ, μέσα, εντός, κατά, στο, πλαίσιο
- військовополонений στα ελληνικά - δέσμιος, αιχμάλωτος, αιχμάλωτος πόλεμου, αιχμάλωτος πολέμου, αιχμαλώτου πολέμου, αιχμάλωτο πολέμου, αιχμάλωτος πολέμου των
- крапання στα ελληνικά - στάζω, σταλάζω, σταγόνα, στάγδην, στάλαξης, ενστάλαξη, στάζει
Τυχαίες λέξεις
Розтяжний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διασταλτός, εφελκυσμό, εφελκυσμού, σε εφελκυσμό, στον εφελκυσμό, αντοχή
Μεταφράσεις: διασταλτός, εφελκυσμό, εφελκυσμού, σε εφελκυσμό, στον εφελκυσμό, αντοχή