Розшифровувати στα ελληνικά
Μετάφραση: розшифровувати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεμπερδεύω, αποκρυπτογραφώ, αποκρυπτογραφήσει, αποκρυπτογραφήσουν, αποκωδικοποιήσει, να αποκρυπτογραφήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- дівчина στα ελληνικά - βράγχιο, μεσοφόρι, κανάτα, κορίτσι, κοπέλα, κοριτσιού, το κορίτσι, ...
- дія στα ελληνικά - πράξη, υπηρεσία, αναπληρωματικός, εγχείρηση, λειτουργία, πρακτορείο, επιχείρηση, ...
- класифікація στα ελληνικά - χειροτονία, βαθμολόγηση, ταξινόμηση, κατάταξη, ταξινόμησης, κατάταξης, την ταξινόμηση
- лігвище στα ελληνικά - ανάκλιντρο, καναπές, ντιβάνι, λημέρι, φωλιά, den, ντεν, ...
Τυχαίες λέξεις
Розшифровувати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεμπερδεύω, αποκρυπτογραφώ, αποκρυπτογραφήσει, αποκρυπτογραφήσουν, αποκωδικοποιήσει, να αποκρυπτογραφήσει
Μεταφράσεις: ξεμπερδεύω, αποκρυπτογραφώ, αποκρυπτογραφήσει, αποκρυπτογραφήσουν, αποκωδικοποιήσει, να αποκρυπτογραφήσει