Саджати στα ελληνικά

Μετάφραση: саджати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έδρα, καρέκλα, εργοστάσιο, φυτό, φυτών, φυτού, φυτικών
Саджати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • акваріум στα ελληνικά - ενυδρείο, ενυδρείου, ενυδρείων, του ενυδρείου, το ενυδρείο
  • газават στα ελληνικά - Τζιχάντ, Jihad, το τζιχάντ, της Τζιχάντ
  • латиський στα ελληνικά - μαρούλι, γράμμα, της Λετονίας, λετονική, λεττονική, Λετονικά, λετονικής
  • майбутнє στα ελληνικά - μελλοντικός, μέλλον, μελλοντική, μελλοντικές, μελλοντικών
Τυχαίες λέξεις
Саджати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έδρα, καρέκλα, εργοστάσιο, φυτό, φυτών, φυτού, φυτικών