Λέξη: χαλάζιο

Σχετικές λέξεις: χαλάζιο

χαλάζιο στο ματι, χαλάζιο επέμβαση, χαλάζιο στο μάτι θεραπεία, χαλάζιο και κριθαράκι, χαλάζιο ομοιοπαθητική, χαλάζιο ματιού θεραπεία, χαλάζιο με πύον, χαλάζιο στα παιδιά, χαλάζιο αντιμετώπιση, χαλάζιο σκόρδο

Μεταφράσεις: χαλάζιο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
sty, chalazion
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
pocilga, orzuelo, chalazión, chalazion, chalazión se, el chalazión, la chalazión
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schweinestall, schweinebuchten, gerstenkorn, saustall, Chalazion, Hagelkorn, Chalazions, Chalazium, Chalazien
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
étable, écurie, porcherie, bégayer, chalazion, un chalazion, chalazions, chalazion se, le chalazion
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
porcile, calazio, chalazion, calazio di
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
resistente, chiqueiro, estábulo, chalazion, calázio
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
hok, chalasie, chalazion
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
свинарник, хлев, ячмень, халазион, Chalazion
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
grisehus, chalazion
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
chalazion
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
sikolätti, lätti, chalazion
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
chalazion
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vepřín, chalazion
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
jęczmień, chlew, gradówka
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
disznóól, chalazion
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
şalazyon
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
хлів, ячмінь, свинарник, халазион, халазіон, халазіону
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
chalazion
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ечемик
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
халазион
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
Chalazion
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
svinjac, chalazion
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
chalazion
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
chalazion
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
chalazion
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
chalazion
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cocină, șalazion
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
halazij
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
chalazion
Τυχαίες λέξεις