Καρέκλα στα ουκρανικά

Μετάφραση: καρέκλα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
стілець, саджати, садовити, кафедра, стул, випорожнення, стільця
Καρέκλα στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καρέκλα

καρέκλα μασάζ, καρέκλα γραφείου, καρέκλα διευθυντική minister, καρέκλα σκηνοθέτη, καρέκλα διευθυντική otello, καρέκλα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, καρέκλα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • καράφα στα ουκρανικά - графин, карафа, карафку, графін, карафу
  • καρέ στα ουκρανικά - лік, перевірка, рахівниці, шах, рахунок, лічення, кадри
  • καρίνα στα ουκρανικά - отой, той, шпигун, кіль, Киль, Кіля
  • καρακάξα στα ουκρανικά - магнолії, сорока, сорок
Τυχαίες λέξεις
Καρέκλα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: стілець, саджати, садовити, кафедра, стул, випорожнення, стільця