Симптом στα ελληνικά

Μετάφραση: симптом, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πίνακας, ταμπέλα, σύμπτωμα, σήμα, υπογράφω, συμπτωμάτων, συμπτώματος, των συμπτωμάτων, συμπτώματα
Симптом στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • відмежовуватися στα ελληνικά - αποκηρύσσω, vidmezhovuvatysya
  • візерунковий στα ελληνικά - εικόνα, σύμβολο, μοτίβο, σχέδια, με σχέδια, διαμορφωμένο, patterned
  • діалектичний στα ελληνικά - διαλεκτικός, διαλεκτική, διαλεκτικής, διαλεκτικό, διαλεκτικού
  • жалощі στα ελληνικά - zhaloschi
Τυχαίες λέξεις
Симптом στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πίνακας, ταμπέλα, σύμπτωμα, σήμα, υπογράφω, συμπτωμάτων, συμπτώματος, των συμπτωμάτων, συμπτώματα