Сичати στα ελληνικά

Μετάφραση: сичати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τσιγαρίζω, τσιτσιρίζω, σφύριγμα, συριγμό, hiss, συριγμού
Сичати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • базікало στα ελληνικά - κουτσομπολιά, κουτσομπολιό, κουτσομπολιού, το κουτσομπολιό, τα κουτσομπολιά
  • відбивна στα ελληνικά - τσεκουριά, κόβω, τεμαχίζω, μπριζόλα, ψιλοκόψτε, τεμαχίσει, τεμαχίστε
  • закуток στα ελληνικά - γωνία, εσοχή, στριμώχνω, γωνιά, Nook, Κοχή, το Nook
  • магазин στα ελληνικά - ψωνίζω, προδίδω, μαγαζί, κατάστημα, shop, καταστήματος, καταστημάτων
Τυχαίες λέξεις
Сичати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τσιγαρίζω, τσιτσιρίζω, σφύριγμα, συριγμό, hiss, συριγμού