Смакувати στα ελληνικά
Μετάφραση: смакувати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συζητώ, γούστο, προλαμβάνω, προκαταλαμβάνω, γεύομαι, εκζήτηση, γεύση, ευωδίας, απολαύστε, γευτείτε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- альтруїст στα ελληνικά - αλτρουιστής, αλτρουιστή, αλτρουιστών, αλτρουιστικά, altruist
- гадку στα ελληνικά - υπόθεση, ιδέα, ιδέας, την ιδέα, ιδέα για, η ιδέα
- гідросфера στα ελληνικά - υδροσφαίρα, υδατόσφαιρα, υδρόσφαιρα, υδρόσφαιρας, η υδρόσφαιρα
- маркіз στα ελληνικά - μαρκήσιος, Marquis, μαρκήσιο, γρίλλιων, μαρκησίου
Τυχαίες λέξεις
Смакувати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συζητώ, γούστο, προλαμβάνω, προκαταλαμβάνω, γεύομαι, εκζήτηση, γεύση, ευωδίας, απολαύστε, γευτείτε
Μεταφράσεις: συζητώ, γούστο, προλαμβάνω, προκαταλαμβάνω, γεύομαι, εκζήτηση, γεύση, ευωδίας, απολαύστε, γευτείτε