Сплетіння στα ελληνικά

Μετάφραση: сплетіння, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιστός, πλέγμα, πλέγματος, πλεγμάτων
Сплетіння στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • випереджати στα ελληνικά - προχρονολογούμαι, ξεπερνούν, υπερκεράσει, ξεπεράσει, ξεπερνά τον, ξεπεράσουν
  • добробут στα ελληνικά - πλούτος, ευημερία, καλή διαβίωση, καλή διαβίωση των, την καλή διαβίωση, καλή μεταχείριση των
  • котедж στα ελληνικά - εξοχικό σπίτι, παραδοσιακή κατοικία, εξοχικό, cottage, κατοικία
  • мережа στα ελληνικά - ιστός, δίκτυο, αλυσίδα, αλυσίδας, αλύσου, της αλυσίδας, άλυσο
Τυχαίες λέξεις
Сплетіння στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιστός, πλέγμα, πλέγματος, πλεγμάτων