Διπλασιάζω στα αγγλικά
Μετάφραση: διπλασιάζω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
double, geminate, redouble
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: διπλασιάζω
double
- διπλώνω
- διπλασιάζω
- διπλασιάζω
- διπλασιάζω
- αναδιπλασιάζω
Σχετικές λέξεις: διπλασιάζω
ατε διπλασιάζω, διπλασιάζω λεξικό γλώσσας αγγλικά, διπλασιάζω στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- διπλανός στα αγγλικά - adjoining, next door, seated next, person next, guy next
- διπλαρώνω στα αγγλικά - accost, overlap, duplicate
- διπλοκατοικία στα αγγλικά - maisonette, duplex, duplex house, storey house, double residence
- διπλωμάτης στα αγγλικά - diplomat, a diplomat
Τυχαίες λέξεις
Διπλασιάζω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: double, geminate, redouble
Μεταφράσεις: double, geminate, redouble