Спливати στα ελληνικά
Μετάφραση: спливати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναδύομαι, επιφάνεια, αναδύονται, αναδυθεί, προκύπτουν, προκύψουν, προκύψει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- заміна στα ελληνικά - αναπληρωματικός, αναπληρώνω, υποκαθιστώ, αναπληρωτής, αντικατάσταση, αντικατάστασης, την αντικατάσταση, ...
- занепалий στα ελληνικά - βρώμικος, άθλιος, αποδυναμωθεί, αποδυνάμωσε, εξασθένησε, αποδυναμώνεται, εξασθενημένο
- зачесати στα ελληνικά - χτενίζω, χτένα, χτένας, χτένι, κηρήθρας, κτένας
- кивніть στα ελληνικά - γνέφω, kyvnit
Τυχαίες λέξεις
Спливати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναδύομαι, επιφάνεια, αναδύονται, αναδυθεί, προκύπτουν, προκύψουν, προκύψει
Μεταφράσεις: αναδύομαι, επιφάνεια, αναδύονται, αναδυθεί, προκύπτουν, προκύψουν, προκύψει