Сполучений στα ελληνικά
Μετάφραση: сполучений, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλίνω, συνδεδεμένος, συνδέεται, συνδέονται, συνδεδεμένο, συνδεθεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- верхній στα ελληνικά - ανώτερος, κορυφή, πάνω, επάνω, κορυφαία, top
- виконування στα ελληνικά - απαλλαγή, αθώωση, λύτρωση, αντικαθιστώ, εξαγορά, εκπλήρωση, την εκπλήρωση, ...
- засмоктування στα ελληνικά - επιρροή, επενέργεια, επενεργώ, αναρρόφηση, αναρρόφησης, αναρροφήσεως, απορρόφησης, ...
- мене στα ελληνικά - υδρομέλι, μου, εμένα, με, μένα, μου να
Τυχαίες λέξεις
Сполучений στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλίνω, συνδεδεμένος, συνδέεται, συνδέονται, συνδεδεμένο, συνδεθεί
Μεταφράσεις: κλίνω, συνδεδεμένος, συνδέεται, συνδέονται, συνδεδεμένο, συνδεθεί