Став στα ελληνικά
Μετάφραση: став, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζυγιάζω, συλλογίζομαι, αναμετρώ, σταθμίζω, έγινε, έγιναν, κατέστη, γίνεται, γίνει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- випіт στα ελληνικά - διάχυση, εκροή, συλλογή, έκχυση, διάχυσης
- гарпія στα ελληνικά - άρπυια, στρίγκλα, Αρπύια, Άρπυιες, στρίγκλα που
- гребінь στα ελληνικά - κορώνα, αγκάθι, προορισμός, θήκη, στέμμα, κορόνα, οικόσημο, ...
- здогадатися στα ελληνικά - εικασία, μαντεύω, υποθέτω, μαντέψει, μαντέψετε, μαντέψουν
Τυχαίες λέξεις
Став στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζυγιάζω, συλλογίζομαι, αναμετρώ, σταθμίζω, έγινε, έγιναν, κατέστη, γίνεται, γίνει
Μεταφράσεις: ζυγιάζω, συλλογίζομαι, αναμετρώ, σταθμίζω, έγινε, έγιναν, κατέστη, γίνεται, γίνει