Συλλογίζομαι στα ουκρανικά

Μετάφραση: συλλογίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
водоймище, басейн, став, ставок, роздумувати, міркувати, розмірковувати, думати
Συλλογίζομαι στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συλλογίζομαι

συλλογίζομαι συνώνυμα, συλλογίζομαι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συλλογίζομαι στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • συλλαβίζω στα ουκρανικά - зміняти, чарівність, передихнути, передохнути, syllabize
  • συλλαμβάνω στα ουκρανικά - затиск, арешт, вкрасти, схоплювати, стягнути, заарештовувати, затримати, ...
  • συλλογικά στα ουκρανικά - колективно, коллективно, суспільно
  • συλλογικός στα ουκρανικά - колегіальний, колективний, колектив, колективу
Τυχαίες λέξεις
Συλλογίζομαι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: водоймище, басейн, став, ставок, роздумувати, міркувати, розмірковувати, думати