Столова στα ελληνικά
Μετάφραση: столова, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραπέμπω, παγούρι, καντίνα, τραπεζαρία, αναφέρομαι, τραπεζαρίας, τραπεζαρία του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- варити στα ελληνικά - μαγειρεύω, βράζω, βράσιμο, μάγειρας, ποτό, Cook, Κουκ, ...
- гукання στα ελληνικά - στεφάνι, κοράκι, χήνας, κόρακα, της χήνας, κορώνης
- екіпіровка στα ελληνικά - κουζίνα, εξοπλισμοί, εξοπλισμό, εξοπλισμού, Εξοπλισμός, συσκευές
- журно στα ελληνικά - Zh, Ζη, σειράς ZH, της σειράς ZH
Τυχαίες λέξεις
Столова στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραπέμπω, παγούρι, καντίνα, τραπεζαρία, αναφέρομαι, τραπεζαρίας, τραπεζαρία του
Μεταφράσεις: παραπέμπω, παγούρι, καντίνα, τραπεζαρία, αναφέρομαι, τραπεζαρίας, τραπεζαρία του