Λέξη: μνημείο

Σχετικές λέξεις: μνημείο

μνημείο ολοκαυτώματος βερολίνο, μνημείο αγνώστου στρατιώτη, μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, μνημείο φιλοπάππου, μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της unesco, μνημείο της τρίτης διεθνούς, μνημείο του λυσικράτη, μνημείο στόουνχεντζ, μνημείο λεξικό, μνημείο ανδρών

Συνώνυμα: μνημείο

νεκροφόρα, βάθρο αποθέσεως νεκρού, νεκροκρέββατο, μνημόσυνο, υπόμνημα

Μεταφράσεις: μνημείο

μνημείο στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
memorial, monument, monument of, a monument, the monument

μνημείο στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
monumento, conmemorativo, monumento de, de monumento, el monumento, monument

μνημείο στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
denkmal, monument, Denkmal, Monument, sehenswürdigkeit, Denkmals

μνημείο στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
mémoratif, mémorial, chronique, monument, commémoratif, de monument, monuments, monument de

μνημείο στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
monumento, monumento di, a monumento, monumenti

μνημείο στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
monumentos, mensalmente, monumento, mensal, à monumento, monument, monumento de

μνημείο στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gedenkteken, monument, Monument van, het Monument

μνημείο στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
памятный, мемориальный, заметка, мемориал, записка, поминовение, меморандум, памятник, монумент, памятником, памятника

μνημείο στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
minnesmerke, monument, av monument, monumentet

μνημείο στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
minnesmärke, monument, monumentet

μνημείο στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
rajapyykki, muistomerkki, monumentti, Monument, Monumentit, muistomerkin

μνημείο στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
monument, mindesmærke, monumentet

μνημείο στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pomník, kronika, pamětní, památník, vzpomínkový, památka, památkou, pomníku

μνημείο στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kronika, pomnik, petycja, pamiątka, pamiątkowy, memoriał, zabytek, pamiętnik, monument, zabytkiem, pomnika

μνημείο στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
beadvány, emlék, nyelvemlék, szobor, emlékmű, nevezetesség, műemlék, emlékműve

μνημείο στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
anıt, abide, anıtı, monument, anıtıdır, anıtın

μνημείο στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
меморандуми, горбки, пам'ятник, пам'ятка, пам`ятник, пам'ятку

μνημείο στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
monument, përmendore, monumenti, monument i, monumenti i

μνημείο στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
монумент, паметник, паметник на, паметника, за паметник

μνημείο στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
помнік

μνημείο στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
monument, ausammas, kalmistulkäik, mälestusmärk, monumendi, mälestise, mälestusmärgi

μνημείο στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
spomeniku, građevina, spomenika, memorijalnom, spomenica, spomenik, spomen, je spomenik, spomenik kulture

μνημείο στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
minnismerki, minnisvarða, Minnisvarði, Monument, minnismerkið

μνημείο στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
paminklas, memorialas, monumentas, paminklų, paminklą, paminklo

μνημείο στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
piemineklis, monuments, memoriāls, pieminekli, pieminekļa

μνημείο στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
споменикот, споменик, споменик на, споменици

μνημείο στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
monument, de monument, monument de, monumentul, monument al

μνημείο στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
spomenik, spomenika, Monument, Letališče

μνημείο στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
pomník, pamiatka, orientačný bod, spomienka

Στατιστικά δημοτικότητας: μνημείο

Τυχαίες λέξεις