Λέξη: λώβα

Μεταφράσεις: λώβα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
leprosy, lova
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
lepra, lova, de Lova
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
lepra, lova
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
lèpre, lova, de Lova
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
lebbra, lova, di Lova
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
lepra, lova
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
melaatsheid, lepra, lova, van Lova
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
проказа, лова, Lova
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
Lova
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
lepra, lova, Lovas
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lova
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
Lova
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
lepra, malomocenství, lova
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
trąd, Lova
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
Lova
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
cüzam, lova
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
прокази, лову, вилову
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
Lova
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
проказа, lova
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
лоўлі, лову
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
leepra, pidalitõbi, lova
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
guba, lova
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
lova
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
Lova
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
lova
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
lova
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
Lova
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Lova
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
malomocenstvo, lepra, lova, zvestovania
Τυχαίες λέξεις