Суть στα ελληνικά
Μετάφραση: суть, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γεύομαι, γεύση, οντότητα, ουσία, ουσίαν, ουσιαστικά
Μεταφράσεις
- взаємно στα ελληνικά - ανταποδίνω, αμοιβαία, αμοιβαίως, μεταξύ τους, κοινού, αμοιβαίας
- виробляти στα ελληνικά - εκφωνώ, παραδίδω, παράγουν, παραγωγή, την παραγωγή, παράγει, παραχθεί
- врода στα ελληνικά - καλλονή, ομορφιά, ομορφιάς, την ομορφιά, Beauty, ομορφιές
- енергія στα ελληνικά - ψυχή, δραστηριότητα, επιτακτικός, εντατικός, ενέργεια, ενέργειας, ενεργειακής, ...
Τυχαίες λέξεις
Суть στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γεύομαι, γεύση, οντότητα, ουσία, ουσίαν, ουσιαστικά
Μεταφράσεις: γεύομαι, γεύση, οντότητα, ουσία, ουσίαν, ουσιαστικά