Схил στα ελληνικά

Μετάφραση: схил, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλευρό, κατήφορος, αναπηδώ, κατηφορίζω, πλαγιά, ώμος, σπάλα, γέρνω, κλίση, κλίσης, πίστα, πλαγιάς
Схил στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • глек στα ελληνικά - κανάτα, κανάτας, πρόχους, σκεύος, υδρία
  • лишатись στα ελληνικά - κατάλοιπο, να, για να, σε, για, με
  • люба στα ελληνικά - αγαπητός, μέλι, ακριβός, αγάπη, αγάπη μου, Ντάρλινγκ, darling, ...
  • матч-в στα ελληνικά - σε, ταιριάζουν, ταιριάζει, αντιστοιχούν στην, ταιριάζει με, ταιριάζουν με
Τυχαίες λέξεις
Схил στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλευρό, κατήφορος, αναπηδώ, κατηφορίζω, πλαγιά, ώμος, σπάλα, γέρνω, κλίση, κλίσης, πίστα, πλαγιάς