Танцювати στα ελληνικά

Μετάφραση: танцювати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χορεύω, χορός, χορού, χορό, το χορό, του χορού
Танцювати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • водитися στα ελληνικά - φωλιάζω, λιμάνι, φυγαδεύω, συναναστρέφομαι, hobnob, κουτσοπίνω με παρέα, συναναστρέφομαι με οικειότητα
  • граб στα ελληνικά - γαύρος, γαύρο, καρπίνου, γαύρου, ο γαύρος
  • дивується στα ελληνικά - υπέροχος, θαυμάσιος, θαύματα, αναρωτιέται, αξιοθέατα, διερωτάται, τα θαύματα
  • здаватися στα ελληνικά - παραδίδω, φαίνομαι, εμφανίζονται, φαίνεται, εμφανιστεί, εμφανίζεται, εμφανιστούν
Τυχαίες λέξεις
Танцювати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χορεύω, χορός, χορού, χορό, το χορό, του χορού