Διήθηση στα αγγλικά
Μετάφραση: διήθηση, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
filtration, infiltration, filtered off, filtering, filtered
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: διήθηση
filtration
- διήθηση
- διύλιση
- διήθηση
- διύλιση
- διήθηση
- διείσδυση
- φιλτράρισμα
Σχετικές λέξεις: διήθηση
διήθηση ορισμός, διήθηση ελαιολάδου, διήθηση μυελού, διήθηση νερού, διήθηση πνευμονα, διήθηση λεξικό γλώσσας αγγλικά, διήθηση στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- διέξοδος στα αγγλικά - outlet, vent, way out, recourse, way
- διέπω στα αγγλικά - govern, diepo
- διίσταμαι στα αγγλικά - dissent, diverge
- δια στα αγγλικά - via, by, for, through, with
Τυχαίες λέξεις
Διήθηση στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: filtration, infiltration, filtered off, filtering, filtered
Μεταφράσεις: filtration, infiltration, filtered off, filtering, filtered