Текстуальний στα ελληνικά
Μετάφραση: текстуальний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διπλωματικός, κειμένου, κειμενική, του κειμένου, μορφή κειμένου, κειμενικό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- войовничий στα ελληνικά - μαχητικός, στρατευμένος, μαχητική, μαχητικές, στρατευμένη
- договір στα ελληνικά - συνέλευση, σύμφωνο, ομόνοια, συμβόλαιο, σύμβαση, αρμονία, συμφωνία, ...
- злорадний στα ελληνικά - μοχθηρός, κακεντρεχής, εμπαθής, κακόβουλος, κακόβουλες, κακόβουλη, δυσοίωνη, ...
- знесилля στα ελληνικά - ατονία, αδυναμία, αδυναμίας, αδυναμίες, την αδυναμία, η αδυναμία
Τυχαίες λέξεις
Текстуальний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διπλωματικός, κειμένου, κειμενική, του κειμένου, μορφή κειμένου, κειμενικό
Μεταφράσεις: διπλωματικός, κειμένου, κειμενική, του κειμένου, μορφή κειμένου, κειμενικό